Άπό τη στήλη "Γράμματα στην κόρη μου", περιοδικό ΜΟΝΟ 2/2/2012
Αγαπημένη μου Βέρα,
Δεν είναι η πρώτη φορά που σου απευθύνω ένα γράμμα με την πονηρή πρόθεση να μη φτάσει ποτέ στα χέρια σου. Τις προηγούμενες φορές ήσουν σε ασφαλέστερη (για μένα) ηλικία. Ήταν απίθανο να διαβάσεις εφημερίδα ή περιοδικό. Τώρα, εσύ είσαι στην επικίνδυνη ηλικία της εφηβείας κι εγώ στέλνω το γράμμα σ’ ένα «ταχυδρομείο», πιο διακριτικό. Ευελπιστώ και πάλι ότι το γράμμα θα διαβαστεί από αρκετούς, αλλά πάντως όχι από σένα.
Θα μου πεις –αν τυχόν και γίνει η στραβή κι αυτό το νεογέννητο περιοδικό πέσει στα χέρια σου-, τι νόημα έχουν αυτοί οι διάλογοι του ενός; Παραξενιές κι ανασφάλειες ενός κωλόγερου... Η αλήθεια είναι ότι απλώς σε χρησιμοποιώ, είσαι το πρόσχημά μου, η μούσα μου, όπως έλεγαν παλιότερα οι καλλιτέχνες, για να διακαιολογήσουν τις γκομενίτσες που περιέφεραν ως έπαθλα. Σε μένα, βέβαια, δεν μπορείς να καταλογίσεις τέτοια ιδιοτέλεια. Είμαι πάντα ο πατέρας σου που απλώς μερικές φορές αδυνατεί να σε κοιτάξει στα μάτια, δεν βρίσκει λέξεις ν’ απαντήσει στα πελώριά ερωτήματά σου.
Τις προάλλες σου εκμυστηρεύτηκα το ενδεχόμενο να μείνω χωρίς δουλειά. «Ας μην απεργούσες, ας τα ’χες καλά με τους ιδιοκτήτες και τους προϊσταμένους σου», μου είπες. Ούτε στιγμή δεν σκέφτηκα «μπα, αυτό είναι δικό μου παιδί;». Για να είμαστε ειλικρινείς, και το δικό μου υποτιθέμενο πρότυπο «αντίστασης» δεν έχει αποδώσει μέχρι στιγμής συγκλονιστικά αποτελέσματα. Χρόνια τώρα, μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζουμε, που θα ’λεγε κι ο ποιητής. Ίσως είναι κι αυτό που λένε οι ψυχολόγοι, πως εμείς οι «κωλόγεροι», οι γονείς, πρέπει να μοιραζόμαστε με μέτρο τον ζόφο της πραγματικότητας με τα παιδιά μας. Ωραία. Και τι ακριβώς θα πει ένας άνεργος πατέρας όταν το παιδί του τον βλέπει φαιό και άπραγο όλη μέρα μέσα στο σπίτι; Ότι κάνει διακοπές;
Έπειτα, τα παιδιά έχουν ήδη αρκετές ενδείξεις ότι τα σπίτια τους, οι οικογένειές τους, οι παρέες τους, οι σχολικές τάξεις τους, η καθημερινότητά τους δέχονται επίθεση. Είναι οι παράπλευρες απώλειες του πολέμου. Αυτό είναι Βέρα. Είμαστε σε πόλεμο. Δεν το λέω για να σε τρομοκρατήσω, για να κόψεις το θράσος των δεκατριών χρόνων σου. Σ’ το λέω για να αμυνθείς. Για να αντεπιτεθείς.
Δεν υπάρχει καμιά υπερβολή, Βέρα. Είναι ένας κανονικός πόλεμος. Με νεκρούς, τραυματίες, αιχμαλώτους και ομήρους. Οι γιατροί στα νοσοκομεία ενδεχομένως δεν μπορούν να ξεχωρίσουν αν εκείνο το εγκεφαλικό ή το άλλο έμφραγμα μπορεί να αποδοθεί σ’ ένα χαρτί της απόλυσης ή σ’ ένα σωρό από απλήρωτους λογαριασμούς. Δεν μπορούν να διακρίνουν ποια αυτοκτονία συνδέεται με μια χρεοκοπία ή με την αίσθηση προσωπικής αποτυχίας που συντρίβει έναν μακροχρόνια άνεργο. Έχουν, ωστόσο, έναν ήδη μακρύ κατάλογο τραυματιών από τις θωπείες των αστυνομικών γκλομπ και τους τόνους χημικών που ρίχτηκαν στις πιο αιματηρές εχθροπραξίες αυτού του πολέμου. Για τους ομήρους και τους αιχμαλώτους δεν είναι αρμόδιοι οι γιατροί. Είναι αρμόδιοι οι επιθεωρητές εργασίας και ο ΟΑΕΔ, που μαζεύουν αμήχανοι χιλιάδες καταγγελίες για απλήρωτους εργαζόμενους, ομήρους των εργοδοτών τους. Κι έπειτα, θα πρέπει κανείς να μετρήσει τις παράπλευρες απώλειες, τα μικρά και μεγάλα τραύματα, τα πολλαπλά κατάγματα που καταγράφονται σε κάθε οικογένεια στη διάρκεια των ολοήμερων αεροπορικών βομβαρδισμών.
Αυτό το τελευταίο θα μπορούσες να το πεις «μεταφορά» ή και «υπερβολή», σύμφωνα με τους κανόνες για τα σχήματα λόγου που σας μαθαίνουν οι φιλόλογοι. Μήπως δεν είναι; Στα δελτία ειδήσεων, που δικαίως απεχθάνεσαι, κάθε δεύτερη φράση μοιάζει με βόμβα ναπάλμ, είτε καίει θέσεις εργασίας είτε εισόδημα είτε τα τρελαμένα μας μυαλά. Κάθε έλευση της τρόικας σπέρνει τους δρόμους των καθημερινών μας διαδρομών με νάρκες κατά προσωπικού. Είναι θέμα τύχης να τη γλιτώσεις. Κι έπειτα, το δηλητηριώδες ανθυπομειδίαμα του Παπαδήμου, το μελό ύφος του Σαμαρά, το κουτοπόνηρο βλέμμα του Καρατζαφέρη, το αθώο υφάκι του Παπανδρέου, οι δραματικές εκκλήσεις των εκπροσώπων των «παραγωγικών τάξεων», η βλοσυρή ματιά της Μέρκελ, οι θεατρικές κινήσεις του Σαρκοζί, τα μυστηριώδη χαμόγελα των τραπεζιτών, όλα όσα πυρετικά διαδραματίζονται μπροστά μας σαν ένα πολύπλοκο και μεγαλοφυές σχέδιο σωτηρίας (από ποιόν;), όλα έχουν κάτι από εργαστήριο του δρ. Καλιγκάρι, του δρ. Φρανκενστάιν και του δρ. Strangelove. Σ’ αυτά τα εργαστήρια ετοιμάζεται η «τελική λύση» αυτού του πολέμου. Ένα όπλο μαζικής καταστροφής μας ή μετάλλαξής μας σε νεκροζώντανα τέρατα.
Έχουμε πόλεμο, αγαπημένη μου Βέρα, και δικαίως θα με ρωτήσεις «ποιου ενάντια σε ποιον». Ποιος ακριβώς είναι ο εχθρός; Δύσκολο να τον περιγράψεις. Σε γενικές γραμμές μπορείς να πεις ότι αυτός ο πόλεμος που διεξάγεται σε κάθε γωνιά του πλανήτη, όχι παντού με την ίδια ένταση βέβαια, είναι ένας πόλεμος των πλούσιων ενάντια στους φτωχούς ή ενάντια στους μη πλούσιους. Ακούγεται απλοϊκό, σαν παραμύθι με πεντάμορφες και τέρατα, καλούς και κακούς, που σου φαίνονται πια ανιαρά κι ηλίθια. Κι όμως, αυτό είναι η πιο αδιαμφισβήτητη σταθερά της ανθρώπινης ιστορίας, τουλάχιστον από τότε που υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, δυνατοί κι αδύνατοι, εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι. Και μπορούμε να δούμε στον πόλεμο που διεξάγεται σήμερα, σ’ αυτή την ασήμαντη χώρα, πως στις γραμμές του εχθρού που βομβαρδίζει ανελέητα τους όρους ύπαρξής μας συνωθούνται οι πιο άπληστες και καταστροφικές δυνάμεις του κόσμου: αργόσχολοι που ζουν με τον καλά προστατευμένο πλούτο τους, ταχυδακτυλουργοί του χρήματος, δογματικοί πολιτικοί, ανήθικοι τεχνοκράτες, ολετήρες χωρών, έμποροι όπλων, αδίστακτοι στρατοκράτες, πειθήνιοι διανοούμενοι, υπνωτιστές μαζών… Αυτοί είναι μερικοί από τους εχθρούς. Η παραμικρή πιθανότητα να τους αντιμετωπίσουμε προϋποθέτει να τους αναγνωρίζουμε.
Θέλουμε δεν θέλουμε πρέπει να ετοιμαστούμε για πόλεμο, Βέρα. Σου δίνω τη χειρότερη συμβουλή που μπορεί να δώσει πατέρας σε κόρη. Ετοιμάσου για πόλεμο.
Αυτά προς το παρόν. Αν όλα πάνε καλά, θα τα ξαναπούμε σε δεκαπέντε μέρες. Κι εύχομαι να έχω καλύτερα νέα.
Αγαπημένη μου Βέρα,
Δεν είναι η πρώτη φορά που σου απευθύνω ένα γράμμα με την πονηρή πρόθεση να μη φτάσει ποτέ στα χέρια σου. Τις προηγούμενες φορές ήσουν σε ασφαλέστερη (για μένα) ηλικία. Ήταν απίθανο να διαβάσεις εφημερίδα ή περιοδικό. Τώρα, εσύ είσαι στην επικίνδυνη ηλικία της εφηβείας κι εγώ στέλνω το γράμμα σ’ ένα «ταχυδρομείο», πιο διακριτικό. Ευελπιστώ και πάλι ότι το γράμμα θα διαβαστεί από αρκετούς, αλλά πάντως όχι από σένα.
Θα μου πεις –αν τυχόν και γίνει η στραβή κι αυτό το νεογέννητο περιοδικό πέσει στα χέρια σου-, τι νόημα έχουν αυτοί οι διάλογοι του ενός; Παραξενιές κι ανασφάλειες ενός κωλόγερου... Η αλήθεια είναι ότι απλώς σε χρησιμοποιώ, είσαι το πρόσχημά μου, η μούσα μου, όπως έλεγαν παλιότερα οι καλλιτέχνες, για να διακαιολογήσουν τις γκομενίτσες που περιέφεραν ως έπαθλα. Σε μένα, βέβαια, δεν μπορείς να καταλογίσεις τέτοια ιδιοτέλεια. Είμαι πάντα ο πατέρας σου που απλώς μερικές φορές αδυνατεί να σε κοιτάξει στα μάτια, δεν βρίσκει λέξεις ν’ απαντήσει στα πελώριά ερωτήματά σου.
Τις προάλλες σου εκμυστηρεύτηκα το ενδεχόμενο να μείνω χωρίς δουλειά. «Ας μην απεργούσες, ας τα ’χες καλά με τους ιδιοκτήτες και τους προϊσταμένους σου», μου είπες. Ούτε στιγμή δεν σκέφτηκα «μπα, αυτό είναι δικό μου παιδί;». Για να είμαστε ειλικρινείς, και το δικό μου υποτιθέμενο πρότυπο «αντίστασης» δεν έχει αποδώσει μέχρι στιγμής συγκλονιστικά αποτελέσματα. Χρόνια τώρα, μικροζημιές και μικροκέρδη συμψηφίζουμε, που θα ’λεγε κι ο ποιητής. Ίσως είναι κι αυτό που λένε οι ψυχολόγοι, πως εμείς οι «κωλόγεροι», οι γονείς, πρέπει να μοιραζόμαστε με μέτρο τον ζόφο της πραγματικότητας με τα παιδιά μας. Ωραία. Και τι ακριβώς θα πει ένας άνεργος πατέρας όταν το παιδί του τον βλέπει φαιό και άπραγο όλη μέρα μέσα στο σπίτι; Ότι κάνει διακοπές;
Έπειτα, τα παιδιά έχουν ήδη αρκετές ενδείξεις ότι τα σπίτια τους, οι οικογένειές τους, οι παρέες τους, οι σχολικές τάξεις τους, η καθημερινότητά τους δέχονται επίθεση. Είναι οι παράπλευρες απώλειες του πολέμου. Αυτό είναι Βέρα. Είμαστε σε πόλεμο. Δεν το λέω για να σε τρομοκρατήσω, για να κόψεις το θράσος των δεκατριών χρόνων σου. Σ’ το λέω για να αμυνθείς. Για να αντεπιτεθείς.
Δεν υπάρχει καμιά υπερβολή, Βέρα. Είναι ένας κανονικός πόλεμος. Με νεκρούς, τραυματίες, αιχμαλώτους και ομήρους. Οι γιατροί στα νοσοκομεία ενδεχομένως δεν μπορούν να ξεχωρίσουν αν εκείνο το εγκεφαλικό ή το άλλο έμφραγμα μπορεί να αποδοθεί σ’ ένα χαρτί της απόλυσης ή σ’ ένα σωρό από απλήρωτους λογαριασμούς. Δεν μπορούν να διακρίνουν ποια αυτοκτονία συνδέεται με μια χρεοκοπία ή με την αίσθηση προσωπικής αποτυχίας που συντρίβει έναν μακροχρόνια άνεργο. Έχουν, ωστόσο, έναν ήδη μακρύ κατάλογο τραυματιών από τις θωπείες των αστυνομικών γκλομπ και τους τόνους χημικών που ρίχτηκαν στις πιο αιματηρές εχθροπραξίες αυτού του πολέμου. Για τους ομήρους και τους αιχμαλώτους δεν είναι αρμόδιοι οι γιατροί. Είναι αρμόδιοι οι επιθεωρητές εργασίας και ο ΟΑΕΔ, που μαζεύουν αμήχανοι χιλιάδες καταγγελίες για απλήρωτους εργαζόμενους, ομήρους των εργοδοτών τους. Κι έπειτα, θα πρέπει κανείς να μετρήσει τις παράπλευρες απώλειες, τα μικρά και μεγάλα τραύματα, τα πολλαπλά κατάγματα που καταγράφονται σε κάθε οικογένεια στη διάρκεια των ολοήμερων αεροπορικών βομβαρδισμών.
Αυτό το τελευταίο θα μπορούσες να το πεις «μεταφορά» ή και «υπερβολή», σύμφωνα με τους κανόνες για τα σχήματα λόγου που σας μαθαίνουν οι φιλόλογοι. Μήπως δεν είναι; Στα δελτία ειδήσεων, που δικαίως απεχθάνεσαι, κάθε δεύτερη φράση μοιάζει με βόμβα ναπάλμ, είτε καίει θέσεις εργασίας είτε εισόδημα είτε τα τρελαμένα μας μυαλά. Κάθε έλευση της τρόικας σπέρνει τους δρόμους των καθημερινών μας διαδρομών με νάρκες κατά προσωπικού. Είναι θέμα τύχης να τη γλιτώσεις. Κι έπειτα, το δηλητηριώδες ανθυπομειδίαμα του Παπαδήμου, το μελό ύφος του Σαμαρά, το κουτοπόνηρο βλέμμα του Καρατζαφέρη, το αθώο υφάκι του Παπανδρέου, οι δραματικές εκκλήσεις των εκπροσώπων των «παραγωγικών τάξεων», η βλοσυρή ματιά της Μέρκελ, οι θεατρικές κινήσεις του Σαρκοζί, τα μυστηριώδη χαμόγελα των τραπεζιτών, όλα όσα πυρετικά διαδραματίζονται μπροστά μας σαν ένα πολύπλοκο και μεγαλοφυές σχέδιο σωτηρίας (από ποιόν;), όλα έχουν κάτι από εργαστήριο του δρ. Καλιγκάρι, του δρ. Φρανκενστάιν και του δρ. Strangelove. Σ’ αυτά τα εργαστήρια ετοιμάζεται η «τελική λύση» αυτού του πολέμου. Ένα όπλο μαζικής καταστροφής μας ή μετάλλαξής μας σε νεκροζώντανα τέρατα.
Έχουμε πόλεμο, αγαπημένη μου Βέρα, και δικαίως θα με ρωτήσεις «ποιου ενάντια σε ποιον». Ποιος ακριβώς είναι ο εχθρός; Δύσκολο να τον περιγράψεις. Σε γενικές γραμμές μπορείς να πεις ότι αυτός ο πόλεμος που διεξάγεται σε κάθε γωνιά του πλανήτη, όχι παντού με την ίδια ένταση βέβαια, είναι ένας πόλεμος των πλούσιων ενάντια στους φτωχούς ή ενάντια στους μη πλούσιους. Ακούγεται απλοϊκό, σαν παραμύθι με πεντάμορφες και τέρατα, καλούς και κακούς, που σου φαίνονται πια ανιαρά κι ηλίθια. Κι όμως, αυτό είναι η πιο αδιαμφισβήτητη σταθερά της ανθρώπινης ιστορίας, τουλάχιστον από τότε που υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί, δυνατοί κι αδύνατοι, εξουσιαστές και εξουσιαζόμενοι. Και μπορούμε να δούμε στον πόλεμο που διεξάγεται σήμερα, σ’ αυτή την ασήμαντη χώρα, πως στις γραμμές του εχθρού που βομβαρδίζει ανελέητα τους όρους ύπαρξής μας συνωθούνται οι πιο άπληστες και καταστροφικές δυνάμεις του κόσμου: αργόσχολοι που ζουν με τον καλά προστατευμένο πλούτο τους, ταχυδακτυλουργοί του χρήματος, δογματικοί πολιτικοί, ανήθικοι τεχνοκράτες, ολετήρες χωρών, έμποροι όπλων, αδίστακτοι στρατοκράτες, πειθήνιοι διανοούμενοι, υπνωτιστές μαζών… Αυτοί είναι μερικοί από τους εχθρούς. Η παραμικρή πιθανότητα να τους αντιμετωπίσουμε προϋποθέτει να τους αναγνωρίζουμε.
Θέλουμε δεν θέλουμε πρέπει να ετοιμαστούμε για πόλεμο, Βέρα. Σου δίνω τη χειρότερη συμβουλή που μπορεί να δώσει πατέρας σε κόρη. Ετοιμάσου για πόλεμο.
Αυτά προς το παρόν. Αν όλα πάνε καλά, θα τα ξαναπούμε σε δεκαπέντε μέρες. Κι εύχομαι να έχω καλύτερα νέα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου