Σκιάθος, Αύγουστος 2011. Με μια παρέα φίλων μου πηγαίνουμε στις γνωστές
σε όλους «Μαξιλάρες» για να πιούμε ένα ποτό πριν πάμε να συνεχίσουμε
αργότερα, στα κλαμπ του νησιού. Οι «Μαξιλάρες» είναι μια περιοχή με
μπαράκια και καφετέριες στις οποίες ο κόσμος απολαμβάνει το ποτό του
καθισμένος σε καρέκλες – μαξιλάρια ακούγωντας την μουσική του μαγαζιού
και απολαμβάνοντας την θέα του λιμανιού και την «περατζάδα».
Ξεχωρίζω ένα πολύ γνωστό μαγαζί με το όνομα «Rock n Roll». Βλέπω μια πινακίδα αναρτημένη πάνω στον εξωτερικό τοίχο του μαγαζιού, η οποία λέει οτι το 2004 κέρδισε τον τίτλο ενός απο τα καλύτερα μπαρ στην Ευρώπη. Πολύς κόσμος, ωραίες κοπέλες, ωραία μουσική, φιλικό περιβάλλον. Αποφασίζουμε λοιπόν με τους φίλους μου να το δοκιμάσουμε.
Έρχεται η σερβιτόρα η οποία μας δίνει τον κατάλογο με τα κοκταίηλς. Κοιτάμε τις τιμές. Το κάθε κοκταίηλ στοίχιζε 13 με 15 ευρώ. Ζητάμε να πιούμε μπύρα.
«Δεν έχει μπύρα» μας λέει.
«Πως είναι δυνατόν να μην έχει μπύρα» ; Ρωτάμε με απορία.
«Απλά δεν έχει», απαντά.
«Καλά, δώσε μας πέντε λεπτά».
Ένας απο τους φίλους μου σηκώνεται, πηγαίνει μέσα στην μπάρα του μαγαζιού και παραγγέλνει μια μπύρα. Ο μπάρμαν του λέει οτι δεν πουλιέται μια μπύρα μόνη της αλλά πρέπει να πληρώσει 10 ευρώ και να πάρει 2. Ο φίλος μου πληρώνει 10 ευρώ, παίρνει 2 μπύρες και έρχεται στο τραπέζι. Μετά σηκώνεται ο δεύτερος της παρέας και παίρνει άλλες 2 μπύρες απο το μπαρ. Έτσι μοιραστήκαμε 4 μπύρες πληρώνοντας 20 ευρώ αντί να παίρναμε 3 κοκταίηλ που κόστιζαν 40 – 45 ευρώ.
Η σερβιτόρα κατάλαβε απο μακριά τι είχε γίνει, βλέποντας τις μπύρες στο τραπέζι, και μας πλησίασε λέγοντας οτι ρώτησε το αφεντικό της και πήρε το ΟΚ (!!) για να μας πουλήσει μπύρες. Ακολούθησε ο εξής διάλογος:
« Εντάξει παιδιά ρώτησα το αφεντικό μου, μπορείτε να πάρετε μπύρες»
«Όπως βλέπεις έχουμε ήδη πάρει.»
Φεύγει απο το τραπέζι και ξαναέρχεται με άλλες 2 μπύρες.
«Τι κάνεις;»
«’Έφερα μπύρες και για το παλικάρι» ( εννοούσε εμένα)
«Οχι, είμαστε εντάξει δεν θέλουμε άλλες»
«Μα παραγγείλατε μόνο 2 άτομα μπύρες. Πρέπει να πάρει ο καθένας απο 2 μπύρες και να πληρώσει δέκα ευρώ, άρα συνολικά 6 μπύρες».
«Δεν θέλουμε 6 μπύρες, ζητήσαμε 3!!»
«Ναι αλλά εγώ τις πέρασα στο ταμείο τώρα».
«Αυτό δεσποινίς είναι δικό σου πρόβλημα»
Σηκώνεται και φεύγει. Την παρατηρώ που μιλάει με την υπεύθυνο η οποία φαίνεται να την συμβουλεύει να μην επιμείνει άλλο. Μετά απο λίγο, βλέπω ένα ακόμη τραπεζάκι παραδίπλα μας, στο οποίο 3 παλικάρια σαν εμάς, παράγγειλαν μπύρες, προφανώς επειδή, εξαιτίας μας, πλέον δεν μπορούσε η σερβιτόρα να τους πει οτι δεν είχαν.
Όμως η νεαρή σερβιτόρα στην συνέχεια είχε το θράσος να με πλησιάσει απο πίσω και να με ακουμπήσει αγενέστατα με το δάκτυλό της στην πλάτη μου, φωνάζοντάς μου οτι έπρεπε και εγώ να παραγγείλω και οτι κακώς είχαμε 4 μπύρες στο τραπέζι και οχι 6 αφού είχαμε αρχικά παραγγείλει και οι 3 μπύρα. Την αγνόησα αρχικώς, έπειτα θέλησα να απαντήσω όμως το θέμα έληξε εκεί καθώς φρόντισε να φύγει γρήγορα απο το τραπέζι για να μην λάβει απάντηση.
Ενοοείται πως σε αυτό το μαγαζί το οποίο είναι και βραβευμένο πανάθεμά του, δεν ξαναπατήσαμε μέχρι το τέλος των διακοπών μας. Όμως δεν νομίζω να συγκινηθεί πολυ ο ιδιοκτήτης - ο οποίος είναι ο μόνος υπεύθυνος για αυτή την κατάσταση και συμπεριφορά - αν ακούσει ποτέ αυτή την ιστορία, διοτι το μαγαζί αυτό τυγχάνει να είναι κάθε μέρα γεμάτο. Και για να εξηγηθώ. Το μαγαζί είναι κάθε μέρα γεμάτο με Έλληνες. Μόνο με Έλληνες! Διότι ο Έλληνας ακόμη, ανέχεται την κοροϊδία. Ενώ, αντιθέτως, ο ξένος τουρίστας οχι.
Πηγαίνετε σε ένα νησί της επιλογής σας και ρωτήστε όποιον θέλετε σε οποιονδήποτε κλάδο τουρισμού και αν δουλεύει. Θα σας πει αυτό που σας λέω και εγώ τώρα:
«Τα λεφτά στο νησί τα αφήνουν κάθε καλοκαίρι οι Έλληνες».
Αυτό είναι σωστό. Και ξέρετε γιατί; Διότι ο Έλληνας ακόμη ανέχεται, σε εκνευριστικό βαθμό, να πληρώνει την ελληνική σαλάτα 7 και 8 ευρώ, να πληρώνει 5 ευρώ την ξαπλώστρα, να πιάνεται κορόϊδο στο κάθε Rock n Roll του κάθε νησιού και να δίνει 2 ευρώ το χιλιόμετρο στο ταξί ( στην Νάξο που επίσης επισκέφτηκα φέτος η διαδρομή Άγιος Προκόπιος-Χώρα, απόστασης 5 χιλιομέτρων είχε ταρίφα 13 ευρώ – ταξίμετρο δεν έτρεχε ποτέ) φοβούμενος μάλιστα να ζητήσει και απόδειξη.
Ας είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας. Όσο επιβραβεύουμε η ανεχόμαστε τέτοιες συμπεριφορές, αυτές θα εισπράττουμε. Οι ξένοι το κατάλαβαν. Καιρός να το καταλάβουν και οι Έλληνες.
Στα νησιά, αν μιλήσετε με τους ντόπιους επιχειρηματίες θα σας εκφράσουν το εξής παράπονο. Το άκουσα και στα 2 νησιά που επισκέφθηκα φέτος. Οι ξένοι πλέον επιλέγουν συνολικά πακέτα (τα λεγόμενα all- inclusive) με τα οποία πηγαίνουν σε συγκεκριμένα ξενοδοχεία, καταναλώνουν φαγητό και ποτό σε συγκεκριμένα μαγαζιά και χρησιμοποιούν πολυ το λεωφορείο για την μετακίνησή τους, με αποτέλεσμα να έχει πέσει η δουλειά στις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Ειδικά οι ταβερνιάρηδες είναι εξοργισμένοι με τους ταξιδιωτικούς πράκτορες, τους οποίους συμβουλεύονται οι ξένοι για τις διακοπές τους διοτι, όπως λένε οι ίδιοι, «τους χαλάνε την δουλειά».
Η απάντηση η δική μου, την οποία πιστεύω οτι θα τους δώσουν και οι ίδιοι οι ξένοι τουρίστες, είναι οτι καλά κάνουν οι ξένοι και προσέχουν τα έξοδά τους. Σιγά μην απολογηθούν και απο πάνω επειδή δεν θέλουν να πιάνονται κορόϊδα στον κάθε ταβερνιάρη που θέλει να σερβίρει μετριότατο φαγητό με μετριότατη εξυπηρέτηση και τσιμπημένες τιμές.
Αυτό που δεν έχει καταλάβει ακόμη η πλειοψηφία των επιχειρηματιών στα ελληνικά νησιά είναι οτι η δουλειά του κάθε επιχειρηματία δεν αφορά μόνο τον ίδιο αλλά όλους τους επιχειρηματίες του νησιού καθώς η υπηρεσία που προσφέρει είναι μέρος του «τελικού προϊόντος» που θέλει να καταναλώσει ο τουρίστας, το οποίο λέγεται «διακοπές στο νησί». Αν ο τουρίστας πάρει ταξί για να φτάσει στον προορισμό του και το πληρώνει 2 ευρώ το χιλιόμετρο, εννοείται πως όταν φτάσει στον προορισμό του μετά απο 10 η 15 χιλιόμετρα, θα είναι φειδωλός με τα υπόλοιπα χρήματά του. Ούτε πολλά σουβερνίρ θα αγοράσει, ούτε πολύ φαγητό θα πάρει, ούτε ξαπλώστρα στην παραλία θα νοικιάσει και τα λοιπά. Το ίδιο ισχύει και αντιστρόφως, δηλαδή αν φάει σε μια ταβέρνα και του κοστίσει ο «κούκος αηδόνι», δεν θα πάρει ταξί για να γυρίσει στον προορισμό του, αλλά λεωφορείο.
Έτσι λοιπόν αν και δεν είναι ορατό εξ αρχής, ένας ταξιτζής παρόλο που προσφέρει διαφορετική υπηρεσία απο έναν εστιάτορα και ένα ξενοδόχο, εντούτοις ουσιαστικά ανταγωνίζεται μαζί τους (χωρίς ενδεχομένως να το καταλαβαίνει) στο ποιός θα πάρει το μεγαλύτερο μερίδιο απο τα «διαθέσιμα προς διακοπές» χρήματα των τουριστών, κρατώντας έτσι τις τιμές σε υψηλό επίπεδο με την «λογική της αρπαχτής», δηλαδή «οτι λεφτά πάρω απο τον τουρίστα τώρα που έχει δουλειά στο νησί και δεν με νοιάζει μετά αν έχει χρήματα να φάει η να πιει». Μόνο που στην περίπτωση αυτή , ο ανταγωνισμός δεν «υγιής» επειδή δεν είναι της ίδιας μορφής με τον ελεύθερο ανταγωνισμό μεταξύ πχ των εταιριών κινητής τηλεφωνίας. Οι εταιρίες κινητής τηλεφωνίας ανταγωνίζονται ελεύθερα για το ποιός θα πάρει τα χρήματά μου και σε οποιαδήποτε εταιρία και να τα δώσω, ούτε μου δημιουργείται απαραίτητα αρνητική εντύπωση για τον κλάδο της κινητής τηλεφωνίας, ούτε ζημιώνεται απαραίτητα ο κλάδος αυτός στο σύνολό του.
Αντιθέτως στα ελληνικά νησιά όταν μια κατηγορία του τουριστικού κλάδου (ταξί, ξενοδοχείο, εστιατόριο, ενοικιάσεις αυτοκινήτων κλπ) εφαρμόζει την «πολιτική της αρπαχτής» ζημιώνονται τόσο οι υπόλοιποι επιχειρηματίες των ίδιων αλλά και των άλλων κατηγοριών, όσο και το «τελικό προϊόν» που πουλάει το νησί, ενώ ταυτόχρονα ο τουρίστας μένει δυσαρεστημένος. Σκεφτείτε τώρα τι γίνεται στα Ελληνικά νησιά στα οποία ΟΛΕΣ οι κατηγορίες του τουρισμού εφαρμόζουν την «πολιτική της αρπαχτής»....
Για να ευημερήσει λοιπόν ο τουρισμός σε αυτή τη χώρα, θα πρέπει ο ανταγωνισμός στα Ελληνικά νησιά να σταματήσει να είναι «εσωτερικός», δηλαδή μεταξύ ταξιτζήδων και ξενοδόχων κλπ στο ίδιο νησί, και να αρχίσει να γίνεται «εξωτερικός», δηλαδή να αρχίσει να ανταγωνίζεται το ένα νησί με το άλλο. Αυτό απαιτεί την συνεργασία όλων των επαγγελματικών κατηγοριών που δραστηριοποιούνται στο ίδιο μέρος, με στόχο την βελτίωση του «τελικού προϊόντος» που πουλάνε όλοι μαζί, που όπως είπα παραπάνω είναι οι «διακοπές στο νησί». Και αν ο ανταγωνισμός εξωτερικευθεί, τότε θα δούμε πραγματικά φθηνότερες και καλύτερες υπηρεσίες.
Όσο υπάρχουν μαγαζιά σαν το Rock n Roll, ταξιτζήδες και ταβερνιάρηδες που χρεώνουν κερατιάτικα, με μέτρια ως αγενή εξυπηρέτηση, μην περιμένετε να δείτε πολλούς ξένους να ξοδεύουν τα χρήματά τους όπως έκαναν παλαιότερα. Οι ξένοι δεν επιβραβεύουν πλέον επιχειρήσεις που αποτελούν την ντροπή του τουρισμού στην Ελλάδα. Την ίδια συμπεριφορά έχουν ξεκινήσει να υιοθετούν δειλά δειλά και οι Έλληνες.
Στο επόμενο άρθρο μου θα σας γράψω για ένα εστιατόριο στην Νάξο που αποτελεί στολίδι για τον ελληνικό τουρισμό και το οποίο δουλεύει......για μαντέψτε......κυρίως με ξένους...
Άρθρο του Αλέξανδρου Ηλιόπουλου, συνδιοργανωτή του Meet in 5'!
ΠΗΓΗ
Ξεχωρίζω ένα πολύ γνωστό μαγαζί με το όνομα «Rock n Roll». Βλέπω μια πινακίδα αναρτημένη πάνω στον εξωτερικό τοίχο του μαγαζιού, η οποία λέει οτι το 2004 κέρδισε τον τίτλο ενός απο τα καλύτερα μπαρ στην Ευρώπη. Πολύς κόσμος, ωραίες κοπέλες, ωραία μουσική, φιλικό περιβάλλον. Αποφασίζουμε λοιπόν με τους φίλους μου να το δοκιμάσουμε.
Έρχεται η σερβιτόρα η οποία μας δίνει τον κατάλογο με τα κοκταίηλς. Κοιτάμε τις τιμές. Το κάθε κοκταίηλ στοίχιζε 13 με 15 ευρώ. Ζητάμε να πιούμε μπύρα.
«Δεν έχει μπύρα» μας λέει.
«Πως είναι δυνατόν να μην έχει μπύρα» ; Ρωτάμε με απορία.
«Απλά δεν έχει», απαντά.
«Καλά, δώσε μας πέντε λεπτά».
Ένας απο τους φίλους μου σηκώνεται, πηγαίνει μέσα στην μπάρα του μαγαζιού και παραγγέλνει μια μπύρα. Ο μπάρμαν του λέει οτι δεν πουλιέται μια μπύρα μόνη της αλλά πρέπει να πληρώσει 10 ευρώ και να πάρει 2. Ο φίλος μου πληρώνει 10 ευρώ, παίρνει 2 μπύρες και έρχεται στο τραπέζι. Μετά σηκώνεται ο δεύτερος της παρέας και παίρνει άλλες 2 μπύρες απο το μπαρ. Έτσι μοιραστήκαμε 4 μπύρες πληρώνοντας 20 ευρώ αντί να παίρναμε 3 κοκταίηλ που κόστιζαν 40 – 45 ευρώ.
Η σερβιτόρα κατάλαβε απο μακριά τι είχε γίνει, βλέποντας τις μπύρες στο τραπέζι, και μας πλησίασε λέγοντας οτι ρώτησε το αφεντικό της και πήρε το ΟΚ (!!) για να μας πουλήσει μπύρες. Ακολούθησε ο εξής διάλογος:
« Εντάξει παιδιά ρώτησα το αφεντικό μου, μπορείτε να πάρετε μπύρες»
«Όπως βλέπεις έχουμε ήδη πάρει.»
Φεύγει απο το τραπέζι και ξαναέρχεται με άλλες 2 μπύρες.
«Τι κάνεις;»
«’Έφερα μπύρες και για το παλικάρι» ( εννοούσε εμένα)
«Οχι, είμαστε εντάξει δεν θέλουμε άλλες»
«Μα παραγγείλατε μόνο 2 άτομα μπύρες. Πρέπει να πάρει ο καθένας απο 2 μπύρες και να πληρώσει δέκα ευρώ, άρα συνολικά 6 μπύρες».
«Δεν θέλουμε 6 μπύρες, ζητήσαμε 3!!»
«Ναι αλλά εγώ τις πέρασα στο ταμείο τώρα».
«Αυτό δεσποινίς είναι δικό σου πρόβλημα»
Σηκώνεται και φεύγει. Την παρατηρώ που μιλάει με την υπεύθυνο η οποία φαίνεται να την συμβουλεύει να μην επιμείνει άλλο. Μετά απο λίγο, βλέπω ένα ακόμη τραπεζάκι παραδίπλα μας, στο οποίο 3 παλικάρια σαν εμάς, παράγγειλαν μπύρες, προφανώς επειδή, εξαιτίας μας, πλέον δεν μπορούσε η σερβιτόρα να τους πει οτι δεν είχαν.
Όμως η νεαρή σερβιτόρα στην συνέχεια είχε το θράσος να με πλησιάσει απο πίσω και να με ακουμπήσει αγενέστατα με το δάκτυλό της στην πλάτη μου, φωνάζοντάς μου οτι έπρεπε και εγώ να παραγγείλω και οτι κακώς είχαμε 4 μπύρες στο τραπέζι και οχι 6 αφού είχαμε αρχικά παραγγείλει και οι 3 μπύρα. Την αγνόησα αρχικώς, έπειτα θέλησα να απαντήσω όμως το θέμα έληξε εκεί καθώς φρόντισε να φύγει γρήγορα απο το τραπέζι για να μην λάβει απάντηση.
Ενοοείται πως σε αυτό το μαγαζί το οποίο είναι και βραβευμένο πανάθεμά του, δεν ξαναπατήσαμε μέχρι το τέλος των διακοπών μας. Όμως δεν νομίζω να συγκινηθεί πολυ ο ιδιοκτήτης - ο οποίος είναι ο μόνος υπεύθυνος για αυτή την κατάσταση και συμπεριφορά - αν ακούσει ποτέ αυτή την ιστορία, διοτι το μαγαζί αυτό τυγχάνει να είναι κάθε μέρα γεμάτο. Και για να εξηγηθώ. Το μαγαζί είναι κάθε μέρα γεμάτο με Έλληνες. Μόνο με Έλληνες! Διότι ο Έλληνας ακόμη, ανέχεται την κοροϊδία. Ενώ, αντιθέτως, ο ξένος τουρίστας οχι.
Πηγαίνετε σε ένα νησί της επιλογής σας και ρωτήστε όποιον θέλετε σε οποιονδήποτε κλάδο τουρισμού και αν δουλεύει. Θα σας πει αυτό που σας λέω και εγώ τώρα:
«Τα λεφτά στο νησί τα αφήνουν κάθε καλοκαίρι οι Έλληνες».
Αυτό είναι σωστό. Και ξέρετε γιατί; Διότι ο Έλληνας ακόμη ανέχεται, σε εκνευριστικό βαθμό, να πληρώνει την ελληνική σαλάτα 7 και 8 ευρώ, να πληρώνει 5 ευρώ την ξαπλώστρα, να πιάνεται κορόϊδο στο κάθε Rock n Roll του κάθε νησιού και να δίνει 2 ευρώ το χιλιόμετρο στο ταξί ( στην Νάξο που επίσης επισκέφτηκα φέτος η διαδρομή Άγιος Προκόπιος-Χώρα, απόστασης 5 χιλιομέτρων είχε ταρίφα 13 ευρώ – ταξίμετρο δεν έτρεχε ποτέ) φοβούμενος μάλιστα να ζητήσει και απόδειξη.
Ας είμαστε ειλικρινείς μεταξύ μας. Όσο επιβραβεύουμε η ανεχόμαστε τέτοιες συμπεριφορές, αυτές θα εισπράττουμε. Οι ξένοι το κατάλαβαν. Καιρός να το καταλάβουν και οι Έλληνες.
Στα νησιά, αν μιλήσετε με τους ντόπιους επιχειρηματίες θα σας εκφράσουν το εξής παράπονο. Το άκουσα και στα 2 νησιά που επισκέφθηκα φέτος. Οι ξένοι πλέον επιλέγουν συνολικά πακέτα (τα λεγόμενα all- inclusive) με τα οποία πηγαίνουν σε συγκεκριμένα ξενοδοχεία, καταναλώνουν φαγητό και ποτό σε συγκεκριμένα μαγαζιά και χρησιμοποιούν πολυ το λεωφορείο για την μετακίνησή τους, με αποτέλεσμα να έχει πέσει η δουλειά στις υπόλοιπες επιχειρήσεις. Ειδικά οι ταβερνιάρηδες είναι εξοργισμένοι με τους ταξιδιωτικούς πράκτορες, τους οποίους συμβουλεύονται οι ξένοι για τις διακοπές τους διοτι, όπως λένε οι ίδιοι, «τους χαλάνε την δουλειά».
Η απάντηση η δική μου, την οποία πιστεύω οτι θα τους δώσουν και οι ίδιοι οι ξένοι τουρίστες, είναι οτι καλά κάνουν οι ξένοι και προσέχουν τα έξοδά τους. Σιγά μην απολογηθούν και απο πάνω επειδή δεν θέλουν να πιάνονται κορόϊδα στον κάθε ταβερνιάρη που θέλει να σερβίρει μετριότατο φαγητό με μετριότατη εξυπηρέτηση και τσιμπημένες τιμές.
Αυτό που δεν έχει καταλάβει ακόμη η πλειοψηφία των επιχειρηματιών στα ελληνικά νησιά είναι οτι η δουλειά του κάθε επιχειρηματία δεν αφορά μόνο τον ίδιο αλλά όλους τους επιχειρηματίες του νησιού καθώς η υπηρεσία που προσφέρει είναι μέρος του «τελικού προϊόντος» που θέλει να καταναλώσει ο τουρίστας, το οποίο λέγεται «διακοπές στο νησί». Αν ο τουρίστας πάρει ταξί για να φτάσει στον προορισμό του και το πληρώνει 2 ευρώ το χιλιόμετρο, εννοείται πως όταν φτάσει στον προορισμό του μετά απο 10 η 15 χιλιόμετρα, θα είναι φειδωλός με τα υπόλοιπα χρήματά του. Ούτε πολλά σουβερνίρ θα αγοράσει, ούτε πολύ φαγητό θα πάρει, ούτε ξαπλώστρα στην παραλία θα νοικιάσει και τα λοιπά. Το ίδιο ισχύει και αντιστρόφως, δηλαδή αν φάει σε μια ταβέρνα και του κοστίσει ο «κούκος αηδόνι», δεν θα πάρει ταξί για να γυρίσει στον προορισμό του, αλλά λεωφορείο.
Έτσι λοιπόν αν και δεν είναι ορατό εξ αρχής, ένας ταξιτζής παρόλο που προσφέρει διαφορετική υπηρεσία απο έναν εστιάτορα και ένα ξενοδόχο, εντούτοις ουσιαστικά ανταγωνίζεται μαζί τους (χωρίς ενδεχομένως να το καταλαβαίνει) στο ποιός θα πάρει το μεγαλύτερο μερίδιο απο τα «διαθέσιμα προς διακοπές» χρήματα των τουριστών, κρατώντας έτσι τις τιμές σε υψηλό επίπεδο με την «λογική της αρπαχτής», δηλαδή «οτι λεφτά πάρω απο τον τουρίστα τώρα που έχει δουλειά στο νησί και δεν με νοιάζει μετά αν έχει χρήματα να φάει η να πιει». Μόνο που στην περίπτωση αυτή , ο ανταγωνισμός δεν «υγιής» επειδή δεν είναι της ίδιας μορφής με τον ελεύθερο ανταγωνισμό μεταξύ πχ των εταιριών κινητής τηλεφωνίας. Οι εταιρίες κινητής τηλεφωνίας ανταγωνίζονται ελεύθερα για το ποιός θα πάρει τα χρήματά μου και σε οποιαδήποτε εταιρία και να τα δώσω, ούτε μου δημιουργείται απαραίτητα αρνητική εντύπωση για τον κλάδο της κινητής τηλεφωνίας, ούτε ζημιώνεται απαραίτητα ο κλάδος αυτός στο σύνολό του.
Αντιθέτως στα ελληνικά νησιά όταν μια κατηγορία του τουριστικού κλάδου (ταξί, ξενοδοχείο, εστιατόριο, ενοικιάσεις αυτοκινήτων κλπ) εφαρμόζει την «πολιτική της αρπαχτής» ζημιώνονται τόσο οι υπόλοιποι επιχειρηματίες των ίδιων αλλά και των άλλων κατηγοριών, όσο και το «τελικό προϊόν» που πουλάει το νησί, ενώ ταυτόχρονα ο τουρίστας μένει δυσαρεστημένος. Σκεφτείτε τώρα τι γίνεται στα Ελληνικά νησιά στα οποία ΟΛΕΣ οι κατηγορίες του τουρισμού εφαρμόζουν την «πολιτική της αρπαχτής»....
Για να ευημερήσει λοιπόν ο τουρισμός σε αυτή τη χώρα, θα πρέπει ο ανταγωνισμός στα Ελληνικά νησιά να σταματήσει να είναι «εσωτερικός», δηλαδή μεταξύ ταξιτζήδων και ξενοδόχων κλπ στο ίδιο νησί, και να αρχίσει να γίνεται «εξωτερικός», δηλαδή να αρχίσει να ανταγωνίζεται το ένα νησί με το άλλο. Αυτό απαιτεί την συνεργασία όλων των επαγγελματικών κατηγοριών που δραστηριοποιούνται στο ίδιο μέρος, με στόχο την βελτίωση του «τελικού προϊόντος» που πουλάνε όλοι μαζί, που όπως είπα παραπάνω είναι οι «διακοπές στο νησί». Και αν ο ανταγωνισμός εξωτερικευθεί, τότε θα δούμε πραγματικά φθηνότερες και καλύτερες υπηρεσίες.
Όσο υπάρχουν μαγαζιά σαν το Rock n Roll, ταξιτζήδες και ταβερνιάρηδες που χρεώνουν κερατιάτικα, με μέτρια ως αγενή εξυπηρέτηση, μην περιμένετε να δείτε πολλούς ξένους να ξοδεύουν τα χρήματά τους όπως έκαναν παλαιότερα. Οι ξένοι δεν επιβραβεύουν πλέον επιχειρήσεις που αποτελούν την ντροπή του τουρισμού στην Ελλάδα. Την ίδια συμπεριφορά έχουν ξεκινήσει να υιοθετούν δειλά δειλά και οι Έλληνες.
Στο επόμενο άρθρο μου θα σας γράψω για ένα εστιατόριο στην Νάξο που αποτελεί στολίδι για τον ελληνικό τουρισμό και το οποίο δουλεύει......για μαντέψτε......κυρίως με ξένους...
Άρθρο του Αλέξανδρου Ηλιόπουλου, συνδιοργανωτή του Meet in 5'!
ΠΗΓΗ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου