Ούρε Μάδε / Το Μεγάλο Γεφύρι |
Του Σπύρου Ι. Μαντά
Τελικά, δικαιολογημένα υποστηρίζουν πολλοί πως μια έρευνα δεν
ολοκληρώνεται ποτέ. Εκεί που, συμπερασματικά πια, φτάνεις στο όποιο αποτέλεσμα,
νέα στοιχεία, σχεδόν από το πουθενά, έρχονται να τη συμπληρώσουν, να προβληματίσουν,
κάποτε και να την αναθεωρήσουν. Ίσως όμως σ’ αυτό ακριβώς το απρόοπτο να
βρίσκεται και η γοητεία τούτου του ταξιδιού. Τίποτα δεν θα πρέπει να θεωρείται
οριστικό.
Αφορμή για τις παραπάνω σκέψεις,
για να έρθουμε στην περίπτωσή μας, έδωσε μια σειρά φωτογραφιών -από την Αγγλία
(!), όσο κι αν φαίνεται απίστευτο- που, όταν δεν δικαιολογούνταν πια ελπίδες,
ζωντάνεψαν τη μορφή τριών γκρεμισμένων από καιρό γεφυριών. Πρόκειται για το
γεφύρι στη Λάκκα Ούρα της Κυψέλης, το γεφύρι στη Μάνια λίγο πιο ανάντη, και το
γεφύρι της Μπούντας, αυτό απέναντι, κοντά στη Χόχλα και το Καναλλάκι. Και τα
τρία τους βρίσκονταν στην περιοχή Φανάρι της Πρέβεζας. Αλλά να πάρουμε τα
πράγματα με τη σειρά…
Το Φανάρι, πεδινή περιοχή στην Ήπειρο, απλώνεται στο
μεταίχμιο δύο νομών, της Θεσπρωτίας και της Πρέβεζας. Να πούμε πως ιστορικά
ανήκε ανέκαθεν στον πρώτο, ενώ διοικητικά, σήμερα, στο δεύτερο. Αποτελεί
ουσιαστικά την κατάληξη μιας κοιλάδας που, έχοντας ξεκινήσει δειλά απ’ την
Παραμυθιά, διευρύνεται κοντά στη θάλασσα, οριοθετούμενη στ’ αριστερά από τον
επιβλητικό Κουρίλα.
Σ’ αυτόν λοιπόν τον τόπο, τον τόσο
φορτισμένο από την αρχαιότητα, δεν περιμέναμε να καταγράψουμε πολλά, το
κυριότερο σημαντικά γεφύρια. Αυτό, παρά το γεγονός ότι η περιοχή διαρρέεται από
τρία θρυλικά ποτάμια, τον Αχέροντα, τον Κωκκυτό και τον Πυριφλεγέθοντα. Και τα
τρία τους, μέχρι τα τελευταία χρόνια, χύνονταν στην Αχερουσία λίμνη, πριν
βέβαια τούτη αποξηρανθεί.
Η ζωή σ’ αυτά τα μέρη, είναι
αλήθεια, υπήρξε δύσκολη από παλιά. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως ακριβώς εδώ
είχαν τοποθετήσει τις πύλες του αρχαίου Άδη. Σμήνος κουνουπιών απ’ τα
εκτεταμένα έλη, αναθυμιάσεις που τα βουρκονέρια απέπνεαν, ταλαιπωρούσαν
αφάνταστα τους έτσι κι αλλιώς λιγοστούς κατοίκους. Το πράγμα παραέγινε στην
τουρκοκρατία, όταν άπληστοι μπέηδες απ’ τις γύρω περιοχές κυριολεκτικά
λυμαίνονταν τον τόπο, μετατρέποντας τον φτωχό κοσμάκη ακόμη και σε δούλους.
Τους έβλεπαν οι άλλοι και μονολογούσαν: «Οι
Φαναρίσ’ έχουν κατάρα από τον Αη-Δονάτο που τσ’ έδωκε τέτοιον κάμπο και δεν
τούφκιακαν ούτε μια εκκλησιά· γι’ αυτό δουλέβ’ν δουλέβ’ν και δεν προκόβ’ν…».[1]
Με τέτοιες λοιπόν συνθήκες, το
τελευταίο που θα μπορούσαν οι άνθρωποι να ονειρευτούν -όχι να κατασκευάσουν-
ήταν πέτρινα γεφύρια. Τις περιορισμένες τους μετακινήσεις εξυπηρετούσαν ξύλινες
λιάσες, που βέβαια σκάρωναν μοναχοί τους. κι όμως, κόντρα στη λογική των
δεδομένων, εμείς μπορέσαμε να καταγράψουμε -και εδώ- μερικά, έστω μικρά,
πέτρινα τοξωτά γεφύρια: στη Γλυκή, στο Σκάνδαλο, στον Μανδρότοπο, στην Κυψέλη.
Είναι συνολικά επτά, όλα τους μονότοξα σύμφωνα και με τις μνήμες των
ηλικιωμένων, αφού τα τέσσερα από αυτά έχουν πια καταστραφεί. Έτσι, οι
φωτογραφίες από την Αγγλία, με τις φιγούρες τριών για πάντα χαμένων γεφυριών,
στάθηκαν αληθινή έκπληξη, αποκάλυψη δε στη μία από αυτές ένα πανέμορφο τρίτοξο
(!) γεφύρι.
Πολλές, προπολεμικές κυρίως φωτογραφίες, μεταξύ των οποίων
και με γεφύρια, εντοπίστηκαν -και αντιγράφτηκαν- στο αρχείο της μεγάλης
τεχνικής εταιρίας BOOT P.L.S. στην πόλη Shetheld της
κεντρικής Αγγλίας.[2] Η συγκεκριμένη επιχείρηση,
πριν τον πόλεμο, για μια δεκαετία, αλλά και ύστερα, από το ΄50 έως το ΄53, δραστηριοποιήθηκε
και στη χώρα μας, προχωρώντας σε εκτεταμένες αποξηράνσεις. Στο στάδιο των
μελετών χρειάστηκε και τράβηξε ένα μεγάλο αριθμό φωτογραφιών, που βέβαια
σήμερα, μετά τόσα χρόνια, αποκτούν άλλη αξία.
Στη συλλογή της από την Ελλάδα
περιλαμβάνονται και φωτογραφίες με πέτρινα γεφύρια -γύρω στις 24 εικόνες- αλλά
και με ξύλινα -περίπου 15. Προέρχονται από την Ήπειρο (περιοχές Αχέροντα και
Λούρου), Θεσσαλία, Στερεά (Κωπαΐδα) αλλά και την Κρήτη. Παρ’ ότι οι λεζάντες
τους δεν είναι πάντα κατατοπιστικές -προσδιορίζουν περισσότερο την ευρύτερη
περιοχή- ο υποψιασμένος ερευνητής μπορεί να βρει άκρη, να εντοπίσει τα γεφύρια,
εκμεταλλευόμενος λέξεις κλειδιά που τις συνοδεύουν. Στη δική μας περίπτωση
εκείνο το “Τουρκοπάλουκο”, παλιά ονομασία του χωριού Κυψέλη, έγινε αιτία να
αναγνωριστούν τα τρία γεφύρια στο Φανάρι.
Η επιβεβαίωση έγινε από τον
96χρονο σήμερα ιερέα, παπα-Ματσίρα Διονύσιο, που όχι μόνο αναγνώρισε τα δύο γεφύρια
του χωριού του, αλλά κι έναν άγνωστο σε μας, απέναντι, κοντά στο μοναστήρι της Αγίας
Παρασκευής, το επονομαζόμενο και της Μπούντας. Έτσι -λέει- ονομάτιζαν και το γεφύρι,
πιο σωστά την οδογέφυρα με τους χαμηλούς κατά διαστήματα θόλους. Το άλλο, στη Μάνια,
πολύ παλιό, ήταν μονότοξο. Εμείς όμως εστιάζουμε περισσότερο την προσοχή μας στο
…Ούρα Μάδε, δηλαδή στο Μεγάλο Γεφύρι, που βρισκόταν στη λάκκα Ούρα της Κυψέλης.
Στη φωτογραφία το βλέπουμε όμορφο,
εντυπωσιακά μεγάλο και, προπαντός, τρίτοξο -όχι μονότοξο όπως εσφαλμένα το είχαμε
καταγράψει. Εξυπηρέτησε για αιώνες, στην
παλιά κοίτη του Κωκκυτού, το δερβένι που κατέβαζε από το Σούλι στη θάλασσα. Δυστυχώς,
στις εργασίες διευθέτησης της κοίτης για αποστράγγιση της περιοχής, η BOOT του
έκοψε το αριστερό, το ανατολικό άκρο. Ήταν η αρχή του τέλους -στα 1952, θυμάται
ο παπα-Ματσίρας-, αφού οι κάτοικοι, χρησιμοποιώντας τις πέτρες του για οικοδομικό
υλικό, σε λίγο ολοκλήρωσαν την καταστροφή. Κρίμα, γιατί ήταν ένα ασυνήθιστο για
πεδινές περιοχές γεφύρι, ικανό να γεννήσει και κάποιους προβληματισμούς.
Περισσότερα
και μεγαλύτερα γεφύρια -αντίθετα σε ό,τι πιστεύουμε- ίσως να υπήρχαν παλιά και
στα πεδινά, που βέβαια θεμελιωμένα σε σαθρά εδάφη έφυγαν νωρίς, πριν προλάβουμε
να τα καταγράψουμε. Λέμε, ίσως. Το μόνο σίγουρο παραμένει πως η ΒΟΟΤ, που άθελά
της κατέστρεψε τα τρία γεφύρια στο Φανάρι, τα παρέδωσε, τουλάχιστον με τις φωτογραφίες
που τους τράβηξε, στην αιωνιότητα.
[1] Σπύρου Μουσελίμη, Αρχαιότητες της Θεσπρωτίας, Γιάννινα
1980, 96.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου